Ας βάλουμε στα παιδιά τα σωστά όρια



Ένα από τα βασικά ερωτήματα που απασχολούν τους γονείς είναι πώς θα αποκτήσουν τον τρόπο για να επιβάλλουν όρια και κανόνες στα παιδιά τους. Η θέσπιση ορίων αποτελεί βασικό παράγοντα για να νιώθουν τα παιδιά ασφάλεια. Το παιδί στα πρώτα χρόνια της ζωής του δεν έχει την ικανότητα να ξεχωρίζει το σωστό και το λάθος, το καλό και το κακό. Μέσα από την αναζήτηση, τη δοκιμή και τους πειραματισμούς, θα αποκτήσει τη γνώση για να μάθει να προστατεύει τον εαυτό του και να κάνει τις επιλογές του μεγαλώνοντας. Δεν έχει αυτοέλεγχο και πράττει κάτω από τις παρορμήσεις του. Οι γονείς σε αυτή τη φάση έχουν την απόλυτη ευθύνη για να το οριοθετήσουν. Αυτό σημαίνει ότι τα όρια είναι σημαντικό να μπαίνουν με ψυχραιμία, αγάπη και αυστηρότητα, να είναι δίκαια, σταθερά και συγκεκριμένα και να είναι ανάλογα με την ηλικία του παιδιού, έχοντας ως στόχο πάντα την ασφάλεια του.


Οι γονείς που ικανοποιούν τις βασικές ανάγκες του παιδιού για αγάπη, ασφάλεια, εκπαίδευση, συναισθηματική  υποστήριξη,  έχουν το δικαίωμα να του ζητούν να συμμορφώνεται σε ορισμένους κανόνες και λογικές απαιτήσεις τους.  Για να απαιτήσουμε από ένα παιδί να πειθαρχήσει στους κανόνες και τα όρια που θέτουμε πρέπει πρώτα να έχει νιώσει ότι καλύπτουμε βασικές του ανάγκες και νοιαζόμαστε πραγματικά για αυτό. Αν ο γονιός δεν συμβάλλει στην ικανοποίηση βασικών αναγκών του παιδιού, είναι πολύ δύσκολο να ασκήσει πειθαρχία. Σημαντικός είναι ο προσωπικός χρόνος με τα παιδιά  σε καθημερινή βάση. Τα παιδιά έχουν την ανάγκη να αισθάνονται κάθε μέρα ότι οι γονείς τους τα νοιάζονται και τα προσέχουν και για να το πετύχουν αυτό είναι ικανά να προκαλούν μόνο και μόνο για να τραβήξουν την προσοχή τους. Αρκούν 10-15 λεπτά κοινού χρόνου μία ή δύο φορές την ημέρα για να δείτε τη συμπεριφορά τους να αλλάζει.


Λανθασμένες γονεϊκές συμπεριφορές


  • Υπερπροστασία: Η υπερβολική προστασία είναι μια ακραία γονεϊκή συμπεριφορά, η οποία είτε εμπεριέχει υπερβολική επιείκεια και υποχωρητικότητα (ο γονιός που κακομαθαίνει το παιδί) είτε υπέρμετρη κυριαρχική διάθεση (ο γονιός που καταπιέζει το παιδί, ελέγχοντας το και απαγορεύοντας υπερβολικά στην προσπάθεια του να εξασφαλίσει ότι τίποτε κακό δεν πρόκειται να συμβεί), ή συνδυάζει και τα δύο. Και στις δύο παραπάνω περιπτώσεις, η υπερπροστασία μπορεί να αποτελέσει βασική αιτία για την πρόκληση μελλοντικών ψυχολογικών προβλημάτων.

  • Κυριαρχία - Περιορισμοί: Τα παιδιά των οποίων οι γονείς είναι αυταρχικοί και προτιμούν τη σωματική τιμωρία για να επιβάλλουν τους αυστηρούς κανόνες (οι οποίοι δεν έχουν συζητηθεί καθόλου με τα ίδια τα παιδιά) τείνουν να είναι πιο εξαρτημένα και ταυτόχρονα πιο επαναστατικά. Μεγαλώνουν σ ένα φοβικό οικογενειακό περιβάλλον, όπου είναι υποχρεωμένα να ακολουθούν κανόνες και στερούνται την έννοια και το ρίσκο της επιλογής. Οι αυταρχικοί γονείς προσπαθούν να διαμορφώνουν, να ελέγχουν και να αξιολογούν τη συμπεριφορά και τις στάσεις του παιδιού, σύμφωνα με έναν άκαμπτο κώδικα διαγωγής. Τα παιδιά των κυριαρχικών γονέων έχουν συχνά έλλειψη αυτοπεποίθησης και στερούνται την ικανότητα να αντιμετωπίζουν ρεαλιστικά τα προβλήματα τους, με αποτέλεσμα να αποτυγχάνουν 'η να αργούν να αποδεχθούν τις ευθύνες του ενήλικα. Έχουν την τάση να αποσύρονται από καταστάσεις που θεωρούν δύσκολες.


  • Παραχωρητικότητα: Οι παραχωρητικοί γονείς προσπαθούν να μην είναι "τιμωροί" και καλλιεργούν μια στάση αποδοχής και κατανόησης απέναντι στις παρορμήσεις, τις επιθυμίες και τις ενέργειες των παιδιών τους. Σε αυτές τις περιπτώσεις, το παιδί δυσκολευτεί να μάθει και να σέβεται τις ανάγκες των άλλων, γιατί μαθαίνει ότι όλα του επιτρέπονται. Είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι οι γονείς δεν οφείλουν να οριοθετήσουν μόνο το παιδί, αλλά πρέπει να είναι και οι ίδιοι οριοθετημένοι. Αυτό έχει να κάνει με τα βιώματα του κάθε ατόμου από τη δική του πατρική οικογένεια κατά την περίοδο της παιδικής του ηλικίας, την ενημέρωσή του για το γονεϊκό ρόλο, αλλά και την "προσωπική του δουλειά" σε επίπεδο αυτογνωσίας.


  • Απόρριψη: Αν οι γονείς απορρίπτουν το παιδί τους, είναι πιθανό η ψυχολογική του ισορροπία να βρεθεί σε κίνδυνο. Για μερικά παιδιά απόρριψη σημαίνει παραμέληση, έλλειψη συναισθήματος και αδιαφορία ή εχθρότητα εκ μέρους των γονέων. Οι απορριπτικοί γονείς, δείχνουν λιγότερο τη στοργή τους προς τα παιδιά, τα αμείβουν λιγότερο, κάνουν συχνή κριτική, μεγαλοποιούν τα λάθη των παιδιών τους και δείχνουν επιλεκτική προσοχή στα σφάλματα και στις ατέλειες του παιδιού. Οι απορριπτικοί γονείς στην καθημερινή τους συμπεριφορά είναι συνήθως, οξύθυμοι, βίαιοι και τραχείς. Η απόρριψη προκαλεί στο παιδί ανασφάλεια, χαμηλή αυτοεκτίμηση, έλλειψη εμπιστοσύνης και το οδηγεί  να βιώνει ματαίωση, θυμό και φόβο. Η συναισθηματική απόρριψη μπορεί να μην είναι τόσο εμφανής, αλλά τα παιδιά καταλήγουν να πιστέψουν ότι δεν αξίζουν, ότι η ίδια η ύπαρξη τους κάνει τους γονείς τους δυστυχισμένους. Ένας γονέας ίσως να αγνοεί την ανάγκη του παιδιού του για καθοδήγηση, αλλά και να τιμωρεί εκδηλώσεις αυτής του της ανάγκης. Είναι πολύ πιθανό να δούμε αυτό το παιδί ως ενήλικα να απορρίπτει ο ίδιος και να μην σέβεται τον εαυτό του, αλλά και να επιλέγει καταστάσεις όπου θα κυριαρχεί η απόρριψη, πιστεύοντας ότι "αυτό αξίζει".



Σωστή οριοθέτηση των παιδιών

  • Οι γονείς είναι σημαντικό να έχουν μια κοινή και σταθερή θέση απέναντι στις απαγορεύσεις. Όταν αυτό δεν συμβαίνει, το παιδί μπερδεύεται μέσα σε διφορούμενα και αντιφατικά μηνύματα. 


  • Οι γονείς με αυστηρότητα θέτουν τα "όχι", και είναι σταθεροί σε αυτά. Οι απαγορεύσεις μπαίνουν κατά προτεραιότητα, ώστε να μπορούν να είναι αποτελεσματικές. Τα συνεχή "όχι" προκαλούν εκνευρισμό και κάνουν το παιδί να αντιδρά. Προσπαθήστε σε κάθε ευκαιρία να αντιδράτε θετικά και όχι αρνητικά. Αν το παιδί σας θέλει να παίξει, ενώ δεν έχει ακόμα τελειώσει το διάβασμα του, αντί να πείτε αμέσως «όχι», πείτε «ναι, ασφαλώς και μπορείς να παίξεις, αμέσως μόλις τελειώσεις με τα μαθήματά σου». Το παιδί χρειάζεται εξηγήσεις για κάτι που του απαγορεύεται, χωρίς όμως να δέχεται από το γονιό επίκριση, επίθεση και αρνητικούς χαρακτηρισμούς ("δεν είσαι καλό παιδί που έριξες κάτω το ποτήρι"). Με ήπιο τόνο στη φωνή και αυστηρότητα στο ύφος, εξηγήστε του το λάθος του, ώστε να μην το ξανακάνει. 

  • Τα όρια είναι σημαντικό να είναι σταθερά και ξεκάθαρα. Δηλαδή ότι απαγορεύεται σήμερα είναι σημαντικό να απαγορεύεται και αύριο. Για κάθε έναν από τους κανόνες ορίστε και τη συνέπεια στην οποία οδηγεί η μη τήρησή του. Πάντα να προειδοποιείτε τα παιδιά όταν πρόκειται να υποστούν τη συνέπεια, αλλά μείνετε σταθερή στην απόφασή σας να εφαρμόσετε τους κανόνες.   


  • Καλό είναι να υπάρχει μια εναλλακτική πρόταση για το παιδί όταν του αρνείστε κάτι. 

  • Η ανταμοιβή είναι ένα καλό κίνητρο, για να ακούει το παιδί τις εντολές σας. Ωστόσο, αυτό δεν σημαίνει ότι πρέπει πάντα να αφορά κάτι υλικό. Θα μπορούσε να είναι και ένα φιλί, μια αγκαλιά, ένα χάδι, ένα "μπράβο". 

Στην επιβολή ορίων είναι σημαντικό να ευαισθητοποιηθούν οι γονείς να δίδουν σημασία στη διεργασία και όχι μόνο στο αποτέλεσμα. Όταν δίνεται έμφαση στη διεργασία, οι γονείς είναι ανοιχτοί να συζητήσουν με το παιδί  όλες τις θέσεις και το αποτέλεσμα προκύπτει μέσα από την επικοινωνία, ως επιλογή του παιδιού.  Με τον τρόπο αυτό δεν δημιουργείται ανταγωνισμός ανάμεσα στο γονέα και στο παιδί. 

Οποιαδήποτε απαίτηση του παιδιού οφείλουμε να τη δούμε όχι ως προσπάθεια να μας προκαλέσει και να μας θυμώσει, αλλά σαν ένα τρόπο που δηλώνει μια του ανάγκη, την οποία πολλές φορές και το ίδιο το παιδί δεν γνωρίζει τι ακριβώς είναι. Ένα από τα βασικά χαρακτηριστικά του ρόλο του γονέα είναι να "μπορεί να απορροφήσει" την επιθετικότητα του παιδιού, όταν αυτή εκδηλώνεται και να την αντιμετωπίσει ως προσπάθεια του παιδιού να δηλώσει μια ανάγκη του. Η στάση κατανόησης αρχικά, θα οδηγήσει στη συνέχεια σε μια καλή συζήτηση και στην εύρεση λύσεων και κυρίως στην αυτογνωσία και ωρίμαση του παιδιού.

Είναι σημαντικό να μην επεμβαίνετε στις διενέξεις των παιδιών σας προκειμένου να ορίσετε ποιος έχει δίκιο και να επιβάλλετε την τιμωρία στον άλλο, επειδή το μόνο που καταφέρνετε είναι να εντείνετε την αντιπαλότητα μεταξύ τους. Επιπλέον, στερείτε από τα παιδιά τη δυνατότητα να λύσουν μόνα τους τις διαφορές τους. Το καλύτερο που μπορείτε να κάνετε όταν τα βλέπετε να διαφωνούν έντονα είναι να τα αγνοήσετε. Εάν η κατάσταση αρχίζει να ξεφεύγει και χρειαστεί να παρέμβετε, κάντε το λέγοντας «δεν με αφορά ποιος το ξεκίνησε, απλά θέλω να σας βοηθήσω να βρείτε μια λύση.»


Η ψυχολόγος Diana Baumrind εξέτασε τις γονεϊκές πρακτικές και πεποιθήσεις ως προς την ανατροφή των παιδιών και κατέληξε σε τέσσερα βασικά γονεϊκά σχήματα:

  • Αυταρχικό γονεϊκό σχήμα: έμφαση στην σπουδαιότητα της υπακοή και χρήση τιμωρητικών μέτρων.

  • Αυθεντικό γονεϊκό σχήμα: σαφή όρια, έλεγχος χωρίς σωματική τιμωρία αλλά με εξηγήσεις.

  • Ανεκτικό γονεϊκο σχήμα: ανυπαρξία ορίων, λίγες απαιτήσεις, μεγάλη ελευθερία κινήσεων, αποφυγή σύγκρουσης.

  • Αδιάφορο γονεϊκό σχήμα: λίγες απαιτήσεις, χαμηλά επίπεδα στοργής.

Τα γονεϊκά αυτά σχήματα συνδέονται άμεσα με την συμπεριφορά και την ψυχική υγεία των παιδιών. Συγκεκριμένα έχει βρεθεί πως τα παιδιά των γονέων που ανήκουν στο δεύτερο σχήμα (αυθεντικοί γονείς) βασίζονται περισσότερο στον εαυτό τους, έχουν μεγαλύτερο αυτοέλεγχο, επιθυμία εξερεύνησης και υψηλή ικανοποίηση. Τα σαφή όρια που τίθενται από τους αυθεντικούς γονείς βοηθούν τα παιδιά να κατανοήσουν και να αποδεχτούν τους κοινωνικούς κανόνες, ενώ συγχρόνως η δυνατότητα συζήτησης και εξήγησης των αιτιών πίσω από τους κανόνες βοηθά τα παιδιά να γίνονται πιο ανεξάρτητα. Τα παιδιά αυτά έχουν καλύτερες σχολικές επιδόσεις και καλύτερη κοινωνική προσαρμογή από τα παιδιά που έχουν μεγαλώσει με αυταρχικές ή ανεκτικές μεθόδους ανατροπής από το νηπιαγωγείο μέχρι και το γυμνάσιο. Γενικότερα, τα παιδιά που έχουν μεγαλώσει με αυταρχικές μεθόδους ανατροφής παρουσιάζουν μειωμένες κοινωνικές δεξιότητες, αποφεύγουν να παίρνουν πρωτοβουλίες και χαρακτηρίζονται από μειωμένο αυθορμητισμό και νοητική περιέργεια. Από την άλλη πλευρά τα παιδιά των ανεκτικών γονέων δείχνουν ανωριμότητα, έχουν αδυναμία στον έλεγχο των παρορμήσεων και μειωμένα επίπεδα ανεξαρτησίας. Τέλος τα παιδιά των αδιάφορων γονέων είναι πιο πιθανό να παρουσιάσουν προβλήματα σε όλους τους τομείς της συμπεριφοράς.



Μπουμπούλη Αγγελική
         Ψυχολόγος