Οι Γονείς & οι Έφηβοι μπορούν να επικοινωνήσουν

Κάθε άνθρωπος βλέπει τον εαυτό του ως ξεχωριστό άτομο που αλληλεπιδρά με άλλα άτομα. Ταυτόχρονα όμως κάθε μοναδικό άτομο αποτελεί και μέρος του οικογενειακού συστήματος. Ο ίδιος επηρεάζει τη συμπεριφορά των άλλων ατόμων και η δική του συμπεριφορά επηρεάζεται από αυτούς. Γι’ αυτό το λόγο, η οικογένεια δεν είναι κάτι το στατικό, αλλά αλλάζει διαρκώς. Καθώς τα παιδιά γίνονται έφηβοι, αναπόφευκτα εισάγουν καινούργια στοιχεία στο σύστημα της οικογένειας. Κι όπως ο έφηβος βρίσκεται με το ένα πόδι στην παιδική ηλικία και με το άλλο στην ενήλικη ζωή, έτσι και η οικογένεια κινείται ανάμεσα σε δύο διαφορετικούς πόλους: ο ένας πόλος αντιπροσωπεύει την ασφάλεια του γνωστού και ο άλλος πόλος την εξερεύνηση του αγνώστου.

Η είσοδος στην εφηβεία αποτελεί μια νέα φάση στον κύκλο ζωής της οικογένειας και το οικογενειακό σύστημα πρέπει να αυξήσει την ευελιξία των ορίων του για να μπορέσει να συμπεριλάβει την ανεξαρτησία του εφήβου. Δεν είναι λίγες οι φορές που χρειάζεται επαναδιαπραγμάτευση και αποσαφήνιση διαφόρων μηνυμάτων του εφήβου προς τους γονείς και αντίστροφα, ώστε να αποφευχθούν συγκρούσεις, προκλητικές – εκρηκτικές συμπεριφορές, ή συμπεριφορές απόσυρσης και παθητικότητας.



Οι έφηβοι παίρνουν πολύ στα σοβαρά τα συναισθήματα τους και γενικότερα τον εαυτό τους και περιμένουν και από τους άλλους να κάνουν το ίδιο. Ο έφηβος μπορεί να χειριστεί καλύτερα τον συναισθηματικό του κόσμο εάν μπορεί να μοιραστεί τα συναισθήματα του με τους άλλους και αν μπορεί να πάρει αποδοχή και κατανόηση από τους σημαντικούς  «άλλους» της ζωή του (γονείς, φίλοι, καθηγητές). Αυτό που τον νοιάζει κυρίως είναι η γνώμη που έχουν οι άλλοι γι' αυτόν. Όταν νιώσει πως η γνώμη των ανθρώπων που τον περιβάλλουν είναι αρνητική ή επικριτική, ο έφηβος εγκλωβίζεται σε ένα φαύλο κύκλο σκέψεων που εστιάζουν στην «κακή» πλευρά των πραγμάτων και όχι στην «καλή». 


Τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της εφηβείας

  • Οι έφηβοι επιζητούν την αυτονομία τους, θέλουν περισσότερη ελευθερία  και αναζητούν να βρουν ποιοι είναι και που πάνε. Θέλουν να αποφασίζουν οι ίδιοι για τη ζωή τους και πολύ συχνά έρχονται σε σύγκρουση με τους γονείς τους,  οι οποίοι πιστεύουν ότι οι αποφάσεις εξακολουθούν ακόμα να είναι δική τους ευθύνη. Αν και πολλοί γονείς θέλουν να διατηρήσουν όσο το δυνατό μεγαλύτερο έλεγχο στα παιδιά τους, πρέπει να αντιληφθούν ότι κάποιος βαθμός ανεξαρτησίας είναι αναγκαίος, για να καταφέρει ο έφηβος  να δομήσει τη δική του ταυτότητα.
  • Οι έφηβοι έχουν μία τάση για απομόνωση, έχουν ανάγκη από περισσότερο ιδιωτικό χώρο ο οποίος μάλιστα έχει μια ιερότητα που δεν υπάρχει σε άλλες ηλικίες. Θέλουν την ησυχία τους, κλείνονται στο δωμάτιο με τις ώρες και δεν συμμετέχουν σε οικογενειακές εκδηλώσεις. Οι γονείς πολλές φορές ανησυχούν για αυτή τη συμπεριφορά των παιδιών τους και την εισπράττουν ως αδιαφορία για εκείνους. Οι γονείς πρέπει να καταλάβουν ότι δεν μπορούν πια να ξέρουν όλα όσα συμβαίνουν στη ζωή του εφήβου με κάθε λεπτομέρεια. Δεν πρέπει όμως να αφήσουν να  επιβληθεί η σιωπή σαν νόμος. Έστω για πρακτικά θέματα, όπως το τι ώρα θα γυρίσει, πού θα βρίσκεται αν αργήσει το βράδυ δικαιούνται  να έχουν απάντηση.
  • Είναι υπερευαίσθητοι, θίγονται και προσβάλλονται πολύ εύκολα και δίνουν σημασία σε μικρές λεπτομέρειες όπως για παράδειγμα πως θα τους φωνάξουν οι γονείς στο τηλέφωνο όταν τους καλούν οι φίλοι τους.
  • Είναι ισχυρογνώμονες, συνήθως όμως τα θέματα για τα οποία επιμένουν δεν είναι τόσο σημαντικά για τη ζωή τους, παρά έχουν να κάνουν με το πώς θα κόψουν τα μαλλιά τους, εάν θα φορέσουν σκουλαρίκι ή εάν θα καθαρίσουν ή όχι το δωμάτιο τους.
  • Είναι ρομαντικοί, οι νέοι αυτής της ηλικίας έχουν οράματα και σχέδια για ένα κόσμο πιο δίκαιο, έντιμο και καλό. Για αυτό και αρκετά συχνά ασχολούνται με το γράψιμο, τη σύνθεση, με τη μουσική ως τρόπους έκφρασης αυτών των σκέψεων και συναισθημάτων τους.

Η σχέση του παιδιού με τους γονείς κατά την περίοδο της εφηβείας αλλάζει. Μέχρι τώρα το παιδί ταυτιζόταν έντονα με τους γονείς του και τους χρησιμοποιούσε σαν πρότυπα. Τώρα, σαν έφηβος, έχει την ανάγκη ψυχολογικά, να διαφοροποιηθεί από τους γονείς του και να αναζητήσει τη δική του ταυτότητα. Αυτό είναι απόλυτα φυσιολογικό και σε κάποιες περιπτώσεις επιτυγχάνεται σιωπηρά, χωρίς ανοιχτή ρήξη, μέσα από ενέργειες όπως το ιδιόμορφο ντύσιμο, κούρεμα, μουσικές προτιμήσεις και την αυξημένη βαρύτητα που δίνει σε στενούς του φίλους. Σε άλλες οικογένειες όμως αυτή η τάση για διαφοροποίηση μπορεί να γίνει αφορμή έντονων συγκρούσεων και αναστάτωσης. Η προσπάθεια του εφήβου να ανεξαρτητοποιηθεί από την οικογένεια του και να νιώσει αυτόνομος δεν είναι εύκολη υπόθεση και προκαλεί ανασφάλεια τόσο στον ίδιο όσο και στους γονείς του. Η προσπάθεια του εφήβου για αυτονομία και ανεξαρτησία απειλεί συχνά την ισορροπία της οικογένειας. 


Η υπερβολική ανάγκη των γονιών να ελέγξουν την προσωπική ζωή των εφήβων οδηγεί σε αντιπαράθεση γονιών και εφήβων, αμφισβήτηση, εκνευρισμό, ή ακόμα και έντονες συγκρούσεις. Η αίσθηση των γονιών ότι το παιδί τους απομακρύνεται από εκείνους τους οδηγεί συχνά στο να επιχειρούν να ασκήσουν μεγαλύτερο έλεγχο στα παιδιά τους και να επιβάλουν αυστηρά κατασταλτικά μέτρα. Κάτι τέτοιο όμως συντελεί είτε στην ενίσχυση της εξάρτησης των εφήβων από τους γονείς, είτε σε έντονες αντιδράσεις και ξεσπάσματα. Το πρόβλημα μπορεί να οξυνθεί όταν οι σχέσεις μεταξύ γονέων και εφήβων χαρακτηρίζονται από συμμαχίες, σε λανθάνουσα ή εκφρασμένη μορφή, οι οποίες μπορούν να οδηγήσουν στην δημιουργία στρατοπέδων στην οικογένεια. Για τον λόγο αυτό είναι σημαντική η αλλαγή της γονεϊκής σχέσης ώστε να μπορέσουν οι γονείς να διαχειριστούν το μέσα-έξω του εφήβου και να εστιάσουν σε συζυγικά και επαγγελματικά θέματα.

Η πλήρης ωστόσο απουσία ελέγχου, ορίων και κανόνων μπορεί να έχει εξίσου αρνητικές συνέπειες για την ωρίμανση και την αυτονόμηση του εφήβου. Η υπερβολική επιτρεπτικότητα μπορεί να οδηγήσει τον έφηβο σε μια ψευδή ωριμότητα και μια αίσθηση ανασφάλειας και μοναξιάς. Ο έφηβος μένει σε αυτή την περίπτωση απλαισίωτος από την οικογένειά του και η αυτοπεποίθησή του μπορεί να κλονιστεί εύκολα από την πρώτη ματαίωση και αποτυχία.
Η συζήτηση, η συνεργασία και ο καθορισμός ορίων μέσα στα οποία ο έφηβος μπορεί με ασφάλεια να επιχειρήσει τους πειραματισμούς του φαίνεται ότι βοηθούν και τις δύο μεριές να διαχειριστούν καλύτερα τις νέες συνθήκες.

Τις περισσότερες φορές γονείς και έφηβοι βλέπουν την επίλυση μιας σύγκρουσης σαν ένα είδος μάχης όπου πάντα κάποιος θα πρέπει να κερδίσει ή να χάσει. Σαν έναν αγώνα δύναμης και υπεροχής όπου είτε ο κερδίζει ο γονέας μέσω της επιβολής, είτε ο έφηβος μέσω του εκβιασμού και της χειριστικότητας. Σε κάθε περίπτωση κάποιος φεύγει ηττημένος και θυμωμένος με τον άλλο. Στην πρώτη περίπτωση ο έφηβος συμμορφώνεται λόγω της τιμωρίας και της αποδοκιμασίας του γονέα. Κάνει αυτό που θέλει ο γονέας  αλλά αισθάνεται δυσαρεστημένος και καταπιεσμένος. Στην δεύτερη περίπτωση όπου ο έφηβος επιβάλλεται μέσω της χειριστικής του συμπεριφοράς, ο γονέας αισθάνεται απογοητευμένος, ένοχος, ανήμπορος και παραιτημένος. Παράλληλα, ο χειριστικός έφηβος αναπτύσσει μια εγωκεντρική και απαιτητικά συμπεριφορά και ένα συναίσθημα αμφιβολίας για την αγάπη των γονέων του.


Τι μπορού να κάνουν οι γονείς για να επικοινωνήσουν με τους έφηβους

  • Να ακούσουν με προσοχή αυτά που έχει να  πει ο έφηβος.
  • Να μειώσουν τις μη λεκτικές αντιδράσεις (αυστηρά βλέμματα, χειροδικίες) γιατί ο έφηβος μπορεί να σταματήσει να  μιλά αν παρατηρήσει στο πρόσωπό των γονιών του  έκπληξη, δυσαρέσκεια, αποδοκιμασία.
  • Να μην κρίνουν πολύ έντονα, ούτε πολύ γρήγορα αυτό που εκφράζει ο έφηβος. Μην κοροϊδεύουν, κυρίως για θέματα που κρίνουν ασήμαντα ή με τα οποία δεν συμφωνούν. Ένας γονιός που, χωρίς να το  σκεφτεί, αποκαλεί έναν έφηβο αδέξιο ή βλάκα μπορεί να μην αντιλαμβάνεται πόσο βαθιά μπορούν να πληγώσουν αυτά τα σχόλια έναν ευαίσθητο έφηβο.
  • Να μην υποχρεώνουν τον έφηβο να συμμεριστεί άμεσα την άποψή τους. Να του αφήνουν το χρόνο να σκεφτεί. Μην κατακρίνουν και μη δραματοποιειούν  τις τωρινές ιδέες του. Θα αλλάξουν με συζητήσεις που θα κάνει με τους καθηγητές και τους φίλους του.
  • Να ενθαρρύνουν τις προσπάθειες και τα επιτεύγματά του. Να δείχνουν ενδιαφέρον σε ότι κάνει και να του λένε ότι τον εκτιμούν και τον σέβονται γι' αυτό που είναι. Να τον ενθαρρύνουν να εκφράζει και να συζητά  την γνώμη του και να αναπτύσσει τις δικές του αξίες. Παρά την ανυπάκουη στάση ενός εφήβου προς τη γονική εξουσία, η έγκριση των γονιών έχει σημασία για τους εφήβους. 
  • Να καθιστούν  σαφές στον έφηβο ότι πρέπει να υπακούει σε ορισμένους κανόνες, για να του δώσουν να καταλάβει ότι ορισμένα είδη συμπεριφοράς είναι απαράδεκτα. Γενικά, όμως, πρέπει να ελαχιστοποιούν τον αριθμό αυτών των κανόνων, επιμένοντας μόνο σε λίγους βασικής σημασίας. Να είναι άκαμπτοι στους τομείς που πρέπει να έχουν υπό έλεγχο και διαπραγματευτευτούν  τους τομείς στους οποίους μπορούν να αναλάβουν ευθύνες, όπως πώς να τακτοποιούν τα δωμάτιά τους και πώς να ξοδεύουν τα χρήματά τους. Στο κάτω-κάτω, ο τελικός  στόχος είναι να μάθει ο έφηβος να γίνει υπεύθυνο για τον εαυτό του και τους άλλους και όχι να ακολουθεί τυφλά τους κανόνες που του θέτουν οι γονείς. Να δεχτούν το γεγονός ότι τελικά πρέπει να παραχωρήσουν κάποια ευθύνη στον έφηβο.  Να αφήσουν τον έφηβο να πάρει κάποιες αποφάσεις, ακόμα και αν υποψιάζονται ότι είναι πιθανόν να κάνει μερικά λάθη.
  • Να προσεγγίζουν τις συγκρούσεις σαν προβλήματα που πρέπει να λυθούν, παρά σαν μάχες που πρέπει να κερδηθούν. Η διαπραγμάτευση πάντα αποδίδει καλύτερα από τη σύγκρουση, συνήθως σημαίνει ότι και τα δυο μέρη κάνουν υποχωρήσεις, ότι κανένα δεν έχει νικήσει ή ηττηθεί. Ο γονέας ζητάει από τον έφηβο  να συνεργαστεί μαζί του σε μια κοινή προσπάθεια επίλυσης κοινά αποδεκτής. Προτείνονται λύσεις και από τις δύο πλευρές, αξιολογούνται, γίνονται αμοιβαίοι συμβιβασμοί, εκφράζονται απόψεις και επιχειρήματα, παίρνεται μία απόφαση και την αποδέχονται και οι δύο πλευρές. Δίνεται χώρος και χρόνος και στις δύο πλευρές να εκφράσουν πως νιώθουν για την απόφαση που πάρθηκε. Ορίζεται ένα χρονικό πλαίσιο εφαρμογής και αξιολόγησης της συμφωνίας. Ένας έφηβος είναι πιθανότερο να συνεργαστεί, αν οι γονείς πάρουν μαζί του αποφάσεις. 

Αυτό που θα πρέπει λοιπόν να κάνουν οι γονείς είναι να καταλάβουν ότι μόνο μέσω του διαλόγου και της κατανόησης μπορούν οι έφηβοι να θεωρήσουν του γονείς πραγματικούς σύμμαχους. Ο πιο λειτουργικός και εποικοδομητικός τρόπος επίλυσης των συγκρούσεων στηρίζεται στην καλή επικοινωνία. Η καλή επικοινωνία προϋποθέτει: αυθεντικότητα, ενσυναίσθηση,  κατανόηση, αποδοχή, σεβασμό της προσωπικότητας του άλλου. Να θυμούνται ότι δε θα κάνουν ποτέ έναν έφηβο να συμπεριφέρεται με συγκεκριμένο τρόπο, χωρίς τη συνεργασία του. Θα πρέπει να είναι  οπλισμένοι με υπομονή και επιμονή και κυρίως να έχουν επιθυμία για επικοινωνία. Μόνο συζητώντας με τον έφηβο θα τον βοηθήσουν να ξεπεράσει όλες του τις ανησυχίες.

Μπουμπούλη Αγγελική
       Ψυχολόγος